εἰκοσάκις

Revision as of 07:56, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (2)

English (LSJ)

   A twenty times, Il.9.379, Pl.Lg.771b, etc.

German (Pape)

[Seite 727] zwanzigmal, Plat. u. A.

Greek (Liddell-Scott)

εἰκοσάκις: εἴκοσι φοράς, Ἰλ. Ι. 379, κτλ.

French (Bailly abrégé)

adv.
vingt fois.
Étymologie: εἴκοσι, -ακις.

English (Autenrieth)

twenty times.

Spanish (DGE)

adv. veinte veces c. el valor aumentativo de muchísimas veces οὐδ' εἴ μοι δεκάκις τε καὶ εἰ. τόσα δοίη ὅσσα τέ οἱ νῦν ἔστι Il.9.379, ὥστε καὶ ἅπαξ καὶ εἰ. ὄνομα αὐτοκράτορος σχεῖν D.C.52.41.3, διαβαίνειν αὐτὸν πλεῖν ἢ εἰ. Procop.Aed.5.2.7, cf. Orac.Sib.3.354
mat. para expresar una multiplicación por veinte ἓν καὶ εἴκοσιν εἰ. veintiuno por veinte Pl.Lg.771b, ταῦτα εἰ. καὶ ἑπτάκι eso multiplicado por veintisiete Hero Metr.1.19, cf. 2.18, μυριάδων ... εἰ. veinte veces de miríadas Plu.2.733a, εἰ. τὰ εἴκοσι τετρακόσια γίνεται Phlp.in Mete.20.14, cf. Gal.7.512, Alex.Aphr.in Top.586.7, Didym.Gen.184.18, Sch.Hypsicl.34.

Greek Monolingual

(AM εἰκοσάκις) επίρρ.
(αριθμητ.) είκοσι φορές.

Greek Monotonic

εἰκοσάκις: (εἴκοσι), είκοσι φορές, σε Ομήρ. Ιλ.

Russian (Dvoretsky)

εἰκοσάκις: (ᾰ) adv. двадцать раз Hom., Plat.