κοδράντης

Revision as of 10:52, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (nl)

English (LSJ)

ου, ὁ, = Lat.

   A quadrans, = 1/4 of an as, Ev.Matt.5.26.

German (Pape)

[Seite 1465] ὁ, das lat. quadrans, der vierte Theil des as, N. T. u. a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

κοδράντης: -ου, ὁ, τὸ Λατ. quadrans, = ¼ τοῦ ἀσσαρίου, Εὐαγγ. κ. Ματθ. ε΄, 26.

English (Strong)

of Latin origin; a quadrans, i.e. the fourth part of an as: farthing.

English (Thayer)

κοδραντου (Buttmann, 17 (16)), ὁ; a Latin word, quadrans (i. e. the fourth part of an as); in the N. T. a coin equal to one half the Attic chalcus or to two λεπτά (see λεπτόν): A. V. farthing; see BB. DD. under the word.)

Greek Monolingual

κοδράντης, ὁ (Α)
το ένα τέταρτο του νομίσματος ασσαρίου («ού μή έξέλθης ἐκεῑθεν ἕως οὗ ἀποδῷς τὸν ἔσχατον κοδράντην», ΚΔ). [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. quadrans, -ntis].

Greek Monotonic

κοδράντης: -ου, ὁ, το Λατ. quandrus = 1/4 του ασσαρίου, σε Καινή Διαθήκη

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κοδράντης -ου, ὁ [Lat. quadrans] quadrans (kleinste Romeinse munt; ¼ van een as):. ἕως ἂν ἀποδῷς τὸν ἔσχατον κοδράντην totdat je de laatste cent hebt betaald NT Mt. 5.26.