ἡρώιος

Revision as of 23:15, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

English (LSJ)

α, ον,=    A ἡρωικός, ἀρεταί Pi.O.13.51; πομπαί Id.N.7.46 [ω].

Greek (Liddell-Scott)

ἡρώιος: -α, -ον, = ἡρωικός, Πίνδ. Ο. 13. 71, Ν. 7. 68 ἔχον τὸ ω θέσει βραχύ· πρβλ. ἡρῷος.

English (Slater)

ἡρώιος, -όιος
   1 of, concerning heroes ἐν ἡρωίαις ἀρεταῖσιν οὐ ψεύσομ' ἀμφὶ Κορίνθῳ (O. 13.51) ἡροΐαις δὲ πομπαῖς θεμισκόπον οἰκεῖν ἐόντα πολυθύτοις (Schr.: ἡρωίαις codd.: in honour of heroes : γίγνεται ἐν Δελφοῖς ἥρωσι ξενία. Σ.) (N. 7.46)

Greek Monolingual

ἡρώιος, -ία, -ον (Α)
ηρωικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ήρως + κατάλ. -ιος (πρβλ. εώ-ιος, χάλκ-ιος)].

Greek Monotonic

ἡρώιος: -α, -ον, = ἡρωϊκός, σε Πίνδ.

Russian (Dvoretsky)

ἡρώιος: 3, Pind. тж. ἡρόϊος 3 = ἡρωϊκός.

Middle Liddell

ἡρώιος, η, ον = ἡρωικός, Pind.]