-ουν, contr. for σοφόνοος.
v. σοφόνοος.
-ουν, και ασυναίρ. τ. σοφόνοος, -οον, Ανουνεχής, συνετός, μυαλωμένος.[ΕΤΥΜΟΛ. < σοφός + -νους (< νοῦς), πρβλ. κρυφό-νους].
σοφό-νους, ουν,wise-minded, Luc.