καφέα

Revision as of 13:25, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

η
επιστημονική ονομασία του γένους του καφεόδεντρου, του οποίου τα σπέρματα χρησιμοποιούνται για την παρασκευή του καφέ.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. coffea (< απαρχαιωμένο σουηδ. coffe, coffe < απαρχαιωμένο γερμ. coffee < αγγλ. coffee). Κατ' άλλη άποψη, προέρχεται από την ονομασία Kaffa (Kefa) της νοτιοδυτικής Αιθιοπίας, που θεωρείται τόπος καταγωγής του. Η λ. μαρτυρείται από το 1897 στο Λεξικόν Ελληνογαλλικόν του Άγγελου Βλάχου].