οσκληρός λίθος λαξευμένος σε κυβικό σχήμα ο οποίος χρησιμοποιείται ιδίως κατά την οδόστρωση.[ΕΤΥΜΟΛ. < κύβος + λίθος (πρβλ. ασβεστό-λιθος, ογκό-λιθος). Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στην εφημερίδα Ακρόπολις].