πάσσον

Revision as of 14:25, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

English (LSJ)

τό, = Lat. vinum passum, raisin wine, Plb.6.11a.4.

Greek Monolingual

το, ή πάσσος, ὁ, Α
οίνος από ξηρά σταφύλια, από σταφίδες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. (vinum) passum «οίνος από σταφίδα» (< uva passa «σταφύλι αποξηραμένο στον ήλιο, σταφίδα» < μτχ. passus, -a, um του pando «εκτείνω»)].