οἰκομαχία

Revision as of 16:50, 9 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4, $7$9]")

English (LSJ)

ἡ, domestic conflict, Heph. Astr.2.34.

Greek Monolingual

οἰκομαχία, ἡ (Α)
οικογενειακή διαμάχη, φιλονικία μεταξύ τών ατόμων που ζουν στο ίδιο σπίτι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < οἶκος + -μαχία (< -μάχος < μάχομαι), πρβλ. ιππομαχία, ναυμαχία].