Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
οξυγώνιος
Revision as of 14:50, 11 May 2023 by Spiros(talk | contribs)(Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\]" to "πρβλ. $2$4]")
-α, -ο (Α ὀξυγώνιος, -ον) αυτός που έχει οξείαγωνία νεοελλ. το ουδ. ως ουσ.το οξυγώνιο μαθημ.τρίγωνο με όλες τις γωνίες του οξείες αρχ. το ουδ. ως ουσ.σώμα με οξείες γωνίες. [ΕΤΥΜΟΛ.<οξυ- +γωνία (πρβλ. αμβλυγώνιος].