ταυραφέτης

Revision as of 14:55, 11 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\]" to "πρβλ. $2$4]")

English (LSJ)

ου, ὁ, the one who releases the bull at a bull-fight, LW499 (Caryanda).

Greek Monolingual

ὁ, Α·1.ο προμηθευτής ταύρων για τους αγώνες τών ταυροκαθαψίων
2. αυτός που εξαπέλυε τους ταύρους οι οποίοι επρόκειτο να αγωνιστούν και μοίραζε στους παρισταμένους τις σάρκες ταύρου που είχε θανατωθεί στους αγώνες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ταῦρος + ἀφέτης (< ἀφίημι), πρβλ. γαστραφέτης].