ἀντεγείρω

Revision as of 11:32, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

English (LSJ)

raise or build instead, D.C.69.12; build in opposition, τί τινι App.Pun.114.

Spanish (DGE)

I sin sent. hostil
1 hacer surgir, construir en lugar de ἐς τὸν τοῦ ναοῦ τοῦ θεοῦ τόπον ναὸν τῷ Διὶ ἕτερον D.C.69.12.1.
2 fig. engrandecer, ensalzar νυμφίου χάριν Gr.Naz.M.37.373C.
II c. sent. hostil construir contra αὐτῷ χάρακα App.Pun.114
en v. med. ἄλλο παρά τινων ἀντεγείρεται ἡμῖν θυσιαστήριον Gr.Nyss.Ep.3.24
levantar contra fig. ἀντεγείρει ἑαυτὸν τῷ προσκυνουμένῳ ὀνόματι Gr.Nyss.Eun.3.9.63
en v. med. levantarse, surgir fig. ὁ τῆς ἀληθείας λόγος πρὸς τὴν τοῦ ψεύδους ἀνατροπὴν ἀντεγείρεται Gr.Nyss.Eun.3.1.10.

German (Pape)

[Seite 245] dagegen aufregen, errichten, ναόν Dio C. 69, 12 u. a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντεγείρω: ἀνεγείρω ἢ οἰκοδομῶ τι ἐν τῇ θέσει ἄλλου, καὶ ἐς τὸν τοῦ ναοῦ τοῦ θεοῦ τόπον ναὸν τῷ Διὶ ἕτερον ἀντεγείραντος Δίων Κ. 69. 12· ἐγείρω τι ἐναντίον τινός, ἀντήγειραν αὐτῷ χάρακα Ἀππ. Καρχ. 114.

Greek Monolingual

ἀντεγείρω (AM)
χτίζω κάτι για να χρησιμοποιηθεί εναντίον κάποιου
αρχ.
χτίζω κάτι στη θέση άλλου κτηρίου.