servidor
Spanish > Greek
διάκονος, διάκτορος, διάκων, διαιτάριος, διακονητής, διακονιστής, δμῶος, δρηστήρ, δεδομένος, ἀζανίτης, ἀκόλουθος, ἀμορβός, ἀμφίπολος, ἄγκονος, ἄοζος
διάκονος, διάκτορος, διάκων, διαιτάριος, διακονητής, διακονιστής, δμῶος, δρηστήρ, δεδομένος, ἀζανίτης, ἀκόλουθος, ἀμορβός, ἀμφίπολος, ἄγκονος, ἄοζος