perforar
Spanish > Greek
ἀναστομόω, διατετραίνω, ἐμπείρω, ἐκτρυπάω, διορύσσω, ἐντετραίνω, ἀποτετραίνω, διατρυπάω, ἐκτιτράω, διατιτράω, διατίτρημι, διατιτρώσκω, βοθρίζω, ἐκκόπτω, διαπρίω, διαπρίζω, ἀντιτορέω, διαμπερονάω
ἀναστομόω, διατετραίνω, ἐμπείρω, ἐκτρυπάω, διορύσσω, ἐντετραίνω, ἀποτετραίνω, διατρυπάω, ἐκτιτράω, διατιτράω, διατίτρημι, διατιτρώσκω, βοθρίζω, ἐκκόπτω, διαπρίω, διαπρίζω, ἀντιτορέω, διαμπερονάω