Παγασαί

English (LSJ)

αἱ, Pagasae in Thessaly, the port of Pherae, whence the Argonauts sailed, Hdt.7.193, etc.:—hence ἥρως Παγασαῖος, of Jason, AP4.3b20 (Agath.): ὁ Παγασίτης [ῑ] κόλπος, D.12.5; λιμὴν Παγασήϊος, A. R.1.524; ἀκτὴ Παγασηΐς, ib.318.

Russian (Dvoretsky)

Πᾰγᾰσαί: αἱ Пагасы (портовый город в Фессалии) Her.

Greek (Liddell-Scott)

Πᾰγᾰσαί: -αἱ, πόλις ἐν Θεσσαλίᾳ, λιμὴν τῶν Φερῶν, ὁπόθεν οἱ Ἀργοναῦται ἐξέπλευσαν, Ἡρόδ., κλ.· ― ἐντεῦθεν, ἥρως Παγασαῖος, ἐπὶ τοῦ Ἰάσονος, Ἀνθ. Π. 4. 3, 66· ― ὁ Παγασίτης κόλπος (Παγασιτικὸς νῦν) Δημ. 159. 26· λιμὴν Παγασήιος Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 524· ἀκτὴ Παγασηῒς αὐτόθι 318.

Greek Monolingual

Παγασαί, αἱ (Α)
πόλη της Θεσσαλίας στον μυχό του Παγασητικού Κόλπου, από όπου πιστεύεται ότι ξεκίνησαν οι Αργοναύτες.

Frisk Etymological English

Meaning: town in Thessaly.
See also: s. πάγασα