Ταλθύβιος

English (Autenrieth)

Talthybius, a herald of Agamemnon, Il. 1.320, Il. 3.118, Il. 4.192, Il. 7.276, Il. 19.196, , 2, Il. 23.897. (Represented in the foll. cut, from a very ancient Greek relief.)

Greek Monolingual

ο, ΝΑ
μυθ. Σπαρτιάτης κήρυκας και θεράπων του Αγαμέμνονος, τον οποίο και ακολούθησε στην Τροία.

Russian (Dvoretsky)

Ταλθύβιος: (ῠ) ὁ Талфибий или Талтибий (глашатай Агамемнона) Hom., Her., Eur.