Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
αγιοκέρι
Greek Monolingual
το 1.λαμπάδα της εκκλησίας από καθαρό κερίμελισσών 2. το κερί της μέλισσας 3. το φυτό Hoya ή Asclepias carnosa της τάξης τών Ασκληπιαδωδών (Asclepiadaceae), που τα άνθη του μοιάζουν με κερί (αλλιώςκεράκι). [ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ<άγιος+κερί].