κ. απόρριμμα, το1. ό,τι πετιέται ως περιττό, άχρηστο υπόλειμμα, σκουπίδι2. πρόωρο γέννημα, έκτρωμα3. έκτρωση, αποβολή εμβρύου4. άνθρωπος (ή ζώο) ελαττωματικός, μισερός.