γραΐζω

English (LSJ)

(γραῦς ΙΙ), skim milk, etc., Ar.Fr.446.

Spanish (DGE)

desnatar Ar.Fr.461.

Greek (Liddell-Scott)

γραΐζω: ἀφαιρῶ τὴν «τσίπαν»,ἐξαφρίζω,Ἀριστοφ.Ἀποσπ. 108.

Greek Monolingual

γραΐζω (Α) γραυς
ξαφρίζω γάλα ή άλλο υγρό.