Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
δυσαρμονία
Greek Monolingual
η 1.έλλειψη αρμονίας, ασυμφωνία 2. το σύνολο τών διαταραχών που επέρχονται στη λειτουργία ορισμένων υγιών οργανισμών συστημάτων επειδήείναι συνδεδεμένα με άρρωστα όργανα ή οργανικά συστήματα.