ζυγῖτις

English (LSJ)

ιδος, fem. of ζύγιος ΙΙ, Nicom. ap. Phot.Bibl.p.144B.

German (Pape)

[Seite 1140] Ἀφροδίτη, = ζυγία, Phot. a. a. O.

Greek (Liddell-Scott)

ζυγῖτις: -ιδος, = ζυγία, Ἀφροδίτη Νικόμ. Γερασ. ἐν τῇ Φων. Βιβλ. 144. 6.

Greek Monolingual

ζυγῖτις, ἡ (Α)
(αντί του ζυγία, θηλ. του επιθ. ζύγιος) (για θεότητες, κυρίως την Ήρα και την Αφροδίτη) αυτή που προστατεύει τον γάμο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Θηλ. του ζυγίτης, παράλλ. τ. του ζύγιος.