η (Α κληρωτίς, -ίδος)κάδος ή κιβώτιο ή δοχείο στο οποίο τοποθετούνται και ανακατεύονται οι λαχνοί που προορίζονται για κλήρωση, ψηφοδόχος κάλπη.[ΕΤΥΜΟΛ. < κληρωτής.