Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
λευκοκύτταρο
Greek Monolingual
το ανατ. το λευκόαιμοσφαίριο. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια, λ., πρβλ. αγγλ. leucocyte<leuc(o)- (πρβλ. λευκο-) +cyte (<κύτος). Η λ. μαρτυρείται από το 1896 στην εφημερίδαΑκρόπολις].