Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
-η, -ο, Ναυτός του οποίου η επιφάνεια καλύπτεται από χνούδι, χνουδωτός («χνουδάτο ύφασμα»).[ΕΤΥΜΟΛ. < χνούδι + κατάλ. -άτος (πρβλ. μελάτος, χιονάτος)].