το, Ν [[[ψάρι]] (Ι)]1. υποκορ. μικρό ψάρι2. είδος παιχνιδιού για μικρά παιδιά που παίζεται στη θάλασσα3. βοτ. κοινή ονομασία του φυτού Plantago coronopus.