ὀκτάειδος

English (LSJ)

ὀκτάειδον, containing eight ingredients, φάρμακον v.l. in Paul.Aeg.3.78.

Greek Monolingual

ὀκτάειδος, -ον (ΑΜ)
(για φάρμακο) αυτός που περιέχει οκτώ συστατικά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτα- (βλ. λ. οκτώ) + εἶδος (πρβλ. πεντάειδος)].