overeenkomst
Dutch > Greek
διαθήκη, σπονδή, στήλη, συγκατάθεσις, σύμβασις, συμβόλαιον, συμφώνησις, συνημοσύνη, συνθεσίαι, σύνθεσις, σύνθετος, συνθήκη, σύνθημα
διαθήκη, σπονδή, στήλη, συγκατάθεσις, σύμβασις, συμβόλαιον, συμφώνησις, συνημοσύνη, συνθεσίαι, σύνθεσις, σύνθετος, συνθήκη, σύνθημα