οἶνος τῷ φρονεῖν ἐπισκοτεῖ → wine clouds one's mind, wine clouds one's judgement
ἄερκτος, -ον (Α)άφραχτος, ανοιχτός.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀ- στερητ. + εἴργω (= εγκλείω, αποκλείω, εμποδίζω, κωλύω)].