ἁμαξηγός

From LSJ
Revision as of 06:19, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (3)

Γνῶμαι δ' ἀμείνους εἰσὶ τῶν γεραιτέρων → Consilia tutiora sunt, quae dant senes → Die Ansichten der Alten haben größren Wert

Menander, Monostichoi, 101
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἁμαξηγός Medium diacritics: ἁμαξηγός Low diacritics: αμαξηγός Capitals: ΑΜΑΞΗΓΟΣ
Transliteration A: hamaxēgós Transliteration B: hamaxēgos Transliteration C: amaksigos Beta Code: a(machgo/s

English (LSJ)

ὁ,

   A = Βοώτης, Eust.1535.29.

Greek (Liddell-Scott)

ἁμαξηγός: ὁ, = ἁμαξηλάτης, Εὐστάθ. 1535.

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ conductor del carrode la estrella Arturo, Eust.1535.30.

Greek Monolingual

ἁμαξηγός, ο (Μ)
οδηγός άμαξας, ηνίοχος, αμαξηλάτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἅμαξα + -αγός < ἄγω, με επίδραση του νόμου της «εκτάσεως εν συνθέσει» που έδωσε το -η-(-ηγός) του β΄ συνθετικού].