κεῖται μὲν γαίῃ φθίμενον δέμας, ἡ δὲ δοθεῖσα ψυχή μοι ναίει δώματ' ἐπουράνια → my body lies mouldering in the ground, but the soul entrusted to me dwells in heavenly abodes
-α, -ο ασκί
αυτός που διατηρείται μέσα σε ασκί («ασκίσιες ελιές», «ασκίσιο τυρί»).