τὸ πλῆθος οὐκ εὐαρίθμητον ἦν → the crowd wasn't easy to count, the crowd was not small, it was not a small crowd
ἀπενθής (-ούς), -ές (Α)1. αυτός που δεν έχει πένθος ή θλίψη2. ο απένθητος, εκείνος για τον οποίο δεν πένθησαν.