αἰτῶ δ' ὑγίειαν πρῶτον, εἶτ' εὐπραξίαν, τρίτον δὲ χαίρειν, εἶτ' ὀφείλειν μηδενί → first health, good fortune next, and third rejoicing; last, to owe nought to any man
η
ζωγραφική αντικειμένων, όπως αυτά φαίνονται από αεροπλάνο (μία από τις αισθητικές αρχές του φουτουρισμού).
[ΕΤΥΜΟΛ. Κατά τον Σταματάκο, η λ. αποτελεί απόδοση στα Ελληνικά του ιταλ. όρου aeropittura].