ακυρολόγος
From LSJ
Γυνὴ δὲ χρηστὴ πηδάλιόν ἐστ' οἰκίας → Honesta mulier est gubernaculum domus → Des Hauses Steuerruder ist die brave Frau
Greek Monolingual
-ο
αυτός που ακυρολογεί, ο ανακριβολόγος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άκυρος + -λόγος < λέγω.
Γυνὴ δὲ χρηστὴ πηδάλιόν ἐστ' οἰκίας → Honesta mulier est gubernaculum domus → Des Hauses Steuerruder ist die brave Frau
-ο
αυτός που ακυρολογεί, ο ανακριβολόγος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άκυρος + -λόγος < λέγω.