αποχέτευση
From LSJ
Εὐνοῦχος ἄλλο θηρίον τῶν ἐν βίῳ → Eunuchus, alia vitam spurcans bestia → Ein weitres Lebensungetüm ist der Eunuch
Greek Monolingual
η (Α ἀποχέτευσις)
απομάκρυνση ακάθαρτου ή πλεονάζοντος νερού με οχετό
νεοελλ.) το σύστημα των αγωγών με το οποίο επιτυγχάνεται η απομάκρυνση των υδάτων.