Ὁπόσον τῷ ποδὶ περρέχει τᾶς γᾶς, τοῦτο χάρις → Every inch of his stature is grace
ψῡχαλγής: -ές, ἀλγεινὸς εἰς τὴν ψυχήν, βλεφάρων ψυχαλγέα νοῦσον Ἀνθ. Π. 1. 90. - ῥῆμ. ψυχαλγέω, Θ. Στουδ. σ. 768. ἔκδ. Μi.
-ές, ΜΑαυτός που προκαλεί ψυχικό άλγος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ψυχή + -αλγής (< ἄλγος), πρβλ. θυμ-αλγής].