μηδὲν κοτυλίζειν, ἀλλὰ καταπάττειν χύδην → not to sell by the cupful, but to dole out indiscriminately | not to sell by retail but wholesale
το (AM ἔνδυμα)
1. φόρεμα για την κάλυψη του σώματος «ἔνδυμα γάμου»
2. περίβλημα συσκευής
μσν.- νεοελλ.
τα απαραίτητα ηθικά προσόντα για να εισέλθει κανείς στη βασιλεία τών ουρανών
νεοελλ.
άδεια εισόδου.