εσωφόρι

From LSJ
Revision as of 06:33, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (14)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Μὴ φεῦγ' ἑταῖρον ἐν κακοῖσι κείμενον → Ne fuge sodalem, cum calamitas ingruit → Lass einen Freund in Schwierigkeiten nicht im Stich

Menander, Monostichoi, 341

Greek Monolingual

και εσωφόριο, το (Μ ἐσωφόριον και σωφόριν)
εσώρουχο που φορούν οι γυναίκες μέσα από το κανονικό φόρεμα, το μεσοφόρι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < έσω + -φόρι(-ον) < φορώ
πρβλ. πανω-φόρι(-ον)].