γῆ θηρίοις μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις σύμμετρος → region more fitting to beasts than men
εὔκλωνος, -ον (Α)αυτός που έχει ωραίους κλώνους.[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + -κλωνος (< κλων «κλαδί»), πρβλ. μονό-κλωνος, πολύ-κλωνος].