τούτων γάρ ὄνομα μόνον κοινόν, ὁ δέ κατά τοὔνομα λόγος τῆς οὐσίας ἕτερος → though they have a common name, the definition corresponding with the name differs for each (Aristotle, Categoriae 1a3-4)
ἐχόντως (Α)
(επίρρ. από τη μτχ. ενεστ. του έχω) φρ. «ἐχόντως νοῡν» — νουνεχώς, συνετώς (Πλάτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Από τη μτχ. ενεστ. έχων, έχοντος του έχω].