αιμοσταγής
From LSJ
Μισθὸς διδάσκει γράμματ', οὐ διδάσκαλος → Pretium docet te, non praeceptor, litteras → Der Lehrer lehrt das Lesen nicht, es ist der Lohn
Μισθὸς διδάσκει γράμματ', οὐ διδάσκαλος → Pretium docet te, non praeceptor, litteras → Der Lehrer lehrt das Lesen nicht, es ist der Lohn
-ές (Α αἱμοσταγής)
αυτός που στάζει αίμα
νεοελλ.
αιμοχαρής, κακούργος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αἷμα + -σταγὴς < στάζω.