εθελακριβής
From LSJ
Οὐκ ἔστι λύπης χεῖρον ἀνθρώποις κακόν → Maerore nullum hominibus est peius malum → für Menschen gibt's kein größres Leid als Traurigkeit
Greek Monolingual
ἐθελακριβής, -ές (Α)
αυτός που θέλει να είναι ή προσποιείται ότι είναι ακριβής.