ἡμιοβόλιον
From LSJ
Εὐνοῦχος ἄλλο θηρίον τῶν ἐν βίῳ → Eunuchus, alia vitam spurcans bestia → Ein weitres Lebensungetüm ist der Eunuch
English (LSJ)
τό,
A half-obol weight, Paul.Aeg. 3.29; in form ἡμι-όβελιν, on coins of Aegium, Head Hist.Num.2 413.
German (Pape)
[Seite 1169] τό, v. l. für ἡμιωβόλιον, w. m. s.
Greek Monolingual
ἡμιοβόλιον και ἡμιωβόλιον, τὸ (Α)
(μονάδα βάρους) μισός οβολός.