καφετζής
From LSJ
Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → For extreme diseases, extreme methods of cure, as to restriction, are most suitable.
Greek Monolingual
ο και θηλ. καφετζού
1. ιδιοκτήτης καφενείου
2. θηλ. α) η γυναίκα του καφετζή
β) γυναίκα που μαντεύει παρατηρώντας τα σχήματα που άφησαν τα κατακάθια του καφέ στο αναποδογυρισμένο φλιτζάνι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. kahveci].