κουκούφας

From LSJ
Revision as of 06:40, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (21)

ἐκ Χάεος δ' Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο... (Hesiod's Theogony 123) → From Chasm, Erebos and black Night came to be...

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κουκούφας Medium diacritics: κουκούφας Low diacritics: κουκούφας Capitals: ΚΟΥΚΟΥΦΑΣ
Transliteration A: koukoúphas Transliteration B: koukouphas Transliteration C: koukoyfas Beta Code: koukou/fas

English (LSJ)

ὁ, Egyptian name for ἔποψ, Horap.1.55: gen.

   A κοκκούφατος PMag.Berol.2.18:—Dim. κοκκοφάδιον PMag.Lond.121.411.

Greek (Liddell-Scott)

κουκούφας: ὁ, κατά τινας ὁ πελαργός, κατ’ ἄλλους ὁ ἔποψ, Ὡραπόλλων 1. 55.

Spanish

abubilla

Greek Monolingual

κουκούφας, ὁ (Α)
τσαλαπετεινός.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ανάγεται σε ονοματοποιία και συνδέεται με αρχ. ινδ. kukkubha- «φασιανός» και λατ. cucubio «(για κουκουβάγια) κραυγάζω»].