κριθαρήσιος
From LSJ
Θυσία μεγίστη τῷ θεῷ τό γ' εὐσεβεῖν → Pietate maius nil offertur numini → Das größte Opfer für den Gott ist Frömmigkeit
Greek Monolingual
-α, -ο
κριθαρένιος, κρίθινος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κριθάρι + κατάλ. -ήσιος, (πρβλ. βουν-ήσιος, καμπ-ήσιος)].