κριθαρένιος

From LSJ

χελῶναι μακάριαι τοῦ δέρματος → you tortoises are fortunate in your skin, you blessed turtles with your shell

Source

Greek Monolingual

-α, -ο κριθάρι
παρασκευασμένος από κριθάρι, κρίθινος.