Ζευχθεὶς γάμοισιν οὐκέτ' ἔστ' ἐλεύθερος → Haud liber ultra est, nuptiae quem vinciunt → Wer durch der Ehe Joch vereint, ist nicht mehr frei
ἀκροσίδηρος, -ον (Α)αυτός που έχει σιδερένια άκρη, αιχμή.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀκρο- (Ι) + σίδηρος.