οὐ γὰρ συμφύεται τὰ πεπηγότα ὤσπερ τὰ ὑγρά (Aristotle, Meteorologica 348a.14) → since solid bodies/frozen drops cannot coalesce like liquid ones
περιχύνω, πλένω τα ρούχα της μπουγάδας με αλισίβα, μπουγαδιάζω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αλισίβα.
ΠΑΡ. νεοελλ. αλισίβιασμα].