ὀδοῦσι καὶ ὄνυξι καὶ πάσῃ μηχανῇ → tooth and nail | tooth, fang, and claw | in every possible way | by hook or by crook
το (Μ ἀστέριον)
φωτεινό ουράνιο σώμα
νεοελλ.
1. ο αυγερινός
2. «τ' αστέρι του βοριά» — ο πολικός αστέρας
3. έξοχος, ο καλύτερος απ' όλους («αστέρι μέσ' στη γειτονιά»)
4. διακριτικό του βαθμού των αξιωματικών προσαρμοσμένο στην επωμίδα
5. ονομασία παιδικού παιχνιδιού.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. άστρο].