δημοσιότητα

From LSJ
Revision as of 07:04, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (9)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ὑπὸ τῆς ἀνάγκης πολλὰ γίγνεται κακά → Ad multa cogit nos necessitas mala → Der Zwang der Not lässt vieles schlimme Leid geschehn

Menander, Monostichoi, 524

Greek Monolingual

η
1. το να περιέρχεται κάτι στην κοινή αντίληψη
2. το να είναι ή το να γίνεται κάτι δημόσια γνωστό
3. φρ. α) «το φως της δημοσιότητας» — η δημοσίευση
β) «υπό το φώς της δημοσιότητας» — κάτω από το πρίσμα της αλήθειας που έγινε διάφανη από τη δημοσίευση στοιχείων και δεδομένων
4. «δημοσιότητα βιβλίων» — το δικαίωμα που έχει ο ενδιαφερόμενος να συμβουλεύεται τα βιβλία μεταγραφών και υποθηκών
5. «δημοσιότητα συνεδριών» — το δικαίωμα να παρακολουθεί όποιος θέλει τις συνεδρίες της Βουλής, τών δικαστηρίων κ.λπ.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1824 στα Ελληνικά Χρονικά].