ένρινος
From LSJ
Ὅστις γὰρ ἐν πολλοῖσιν ὡς ἐγὼ κακοῖς ζῇ, πῶς ὅδ᾽ Οὐχὶ κατθανὼν κέρδος φέρει; → For one who lives amidst such evils as I do, how could it not be best to die?
και έρρινος, -η, -ο ρις
(για φωνή, ήχο) αυτός που ηχεί μέσα στη ρινική κοιλότητα («ένρινη ομιλία»).